Κυριακή 23 Οκτωβρίου 2016

σχολιάζοντας ένα ποίημα της Μαρίας Κουλούρη

"Πίνακας καθυστερήσεων"
                                



Θα ’χει περάσει μια συντέλεια από τότε
Και αυτός ακόμα εκεί
Στέκει με τη βαλίτσα στο χέρι
Όρθιος
Τα γένια του απλώθηκαν στις ράγες
Έλιωσαν τα ρούχα απ’ τους αιώνες
Λίπασμα ιδανικό
Βλάστησε ολόκληρος
Άνθη αποδημητικά ρίζωσαν στα μαλλιά του
Φωλιές χελιδονιών οι τσέπες του
Πτυχώσεις γραμμένες στην αναμονή
Ο συρμός δεν έφτασε ποτέ
Εμείς ή κάποιος απ’ τους επόμενους δεν είδε τίποτα
να έρχεται
Ταξιδιώτες δεν επιβιβάστηκαν
Κι όμως
Είναι σίγουρος για το δρομολόγιο
Το εισιτήριο δέρμα δεύτερο στο χέρι του
Λάκκος στο μέγεθος του πέλματος
Σκάφτηκε με τα χρόνια
Οριζόντια κολόνα μιας κατ’ επίφασιν ύπαρξης
Θα ’ρθει η μέρα που η γη θα πιει το επίμονο σαρκίο
Κατά καιρούς πέρασαν πολλοί από τον σταθμό
Αργόσχολοι περαστικοί
Εμπειρογνώμονες βεβαιοτήτων
Απεγνωσμένοι ποιητές
Θρασύδειλοι επαναστάτες
Άντρες, γυναίκες, παιδιά
Όλοι να δούνε θέλησαν
Αυτόν που περιμένει τον «Γκοντό»
Όνομα κι αυτό για μια αμαξοστοιχία
Συνώνυμο της προσμονής του απόντα
Αυτού που ίσως και να έρθει
Μέχρι τότε
Μόνος στην αποβάθρα
Υπάρχει

Μαρία Κουλούρη, Μουσείο άδειο, εκδόσεις Μελάνι


Ένα ποιητικό, λιτό σχόλιο για όλες τις ματαιωμένες αναχωρήσεις, άλλες αληθινές απόπειρες φυγής, που απόμειναν να περιμένουν στους σταθμούς, και άλλες μεταναστεύσεις ιδεών και αξιών, που απλώς είδαν στη ματαίωση του ταξιδιού των άλλων μια επαλήθευση κάποιας δικής τους ακινησίας ή αναβολής. Ωστόσο, το ενδιαφέρον εδώ περισσότερο εντοπίζεται σ’ αυτόν τον συρμό που πράγματι δεν φτάνει, χωρίς να έχει καν το άλλοθι της θεατρικής πένας του Samuel Beckett. Μόνο η παράδοξη -οπωσδήποτε- για συρμό ονομασία μένει στο τέλος να χλευάζει την αναμονή, μια που εξ αρχής δήλωνε το μάταιον του πράγματος.

(για το σχολιασμό: Διώνη Δημητριάδου)


(στη φωτογραφία ένα από τα ατελή γλυπτά του Bruno Catalano, ο ταξιδιώτης)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου